ΔΕΝ ΦΟΡΑΩ ΠΙΑ ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΚΑΠΕΛΟ.

Είχα ακούσει μια ιστορία όταν ήμουνα μικρή...


Ο πατέρας μου, δεν είναι πια στην ζωή εδώ και πολλά χρόνια, προερχόταν από οικογένεια βασιλικών στο φρόνημα. Ο παππούς, ο Όθωνας με το όνομα, όνομα και πράμα, και με την φωτογραφία του βασιλιά επάνω από την τραπεζαρία τους στο διαμέρισμα στα Πατήσια. Ο αδελφός του επίσης ήταν των ιδίων φρονημάτων της εποχής εκείνης, μιλάμε για την Χούντα, έτσι κι αλλιώς μεγάλο κάθαρμα και λαμόγιο από τα λίγα, όπως αποδείχθηκε στην συνέχεια. 

Η μητέρα μου από την άλλη, προερχόμενη από πατέρα αντιστασιακό , μέλος του ΕΑΜ στην κατοχή, αριστερών φρονημάτων. 

"Εις το ΕΑΜ - έλεγε το ιδρυτικό του ντοκουμέντο- γίνεται ισοτίμως δεκτό και παν άλλο κόμμα ή οργάνωσις που δέχεται τας αρχάς του παρόντος Ιδρυτικού ως και να εργαστεί διά την επιτυχία των σκοπών του ΕΑΜ. Προκειμένου να γίνει δεκτή εις το ΕΑΜ οιαδήποτε οργάνωσις δεν εξετάζεται το παρελθόν ή αι αντιλήψεις των σχετικώς με την μελλοντικήν ανασυγκρότησιν της ελευθέρας και ανεξαρτήτου Ελλάδος, αλλά η πίστις των εις την ανάγκην του Εθνικού Απελευθερωτικού Αγώνος, η τιμιότης των απέναντι αυτού και η αποδοχή των αρχών του ΕΑΜ περιλαμβάνονται εις το παρόν Ιδρυτικόν". 

Σε μια προσπάθεια τότε η αριστερά να ενώσει τα κομμάτια της. Τα διαρκώς διαλυόμενα κομμάτια της παγκοσμίως που σε κάθε προσπάθεια ένωσης γίνονται σμπαράλια ανά δεκαετίες μέχρι που διαλύθηκαν τελείως...

Η μητέρα μου σε μία εσωτερική φαντάζομαι σύγχυση, μια που από την μία έπαιρνε μηνύματα επαναστατικά, από την άλλη στα μικράτα της την είχαν γράψει στο κατηχητικό για τα μάτια του καθεστώτος. Λίγο μετά το 1949 που τελείωσε ο αιματηρός εκατέρωθεν εμφύλιος, και πριν το 1956 που εκλέχθηκε ο Καραμανλής και ψήφισαν άκουσον άκουσον για πρώτη φορά οι γυναίκες στην Ελλάδα. Μόλις πριν από 65 χρόνια. Γεννημένη το 1943 έναν χρόνο πριν τα Δεκεμβριανά  και τις 33 ημέρες της κοκκινοβαμένης Αθήνας, μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον αγωνίας, τρόμου, έντασης, τρομοκρατίας, λογοκρισίας, απαγόρευσης, αγωνιστικότητας, ελπίδας για ελευθερία. 

Στην επταετία λοιπόν, κάνω ένα χρονικό άλμα στην αφήγησή μου και περνάω επάνω από τον φρικιαστικό εμφύλιο που τραυμάτισε βαθιά εκατέρωθεν οικογένειες, γυναικόπαιδα, αξίες και ιδανικά, και ούσα πια φοιτήτρια αρχιτεκτονικής, τάχθηκε υπέρ της Δημοκρατίας και με ό' τι κουβαλούσε μέσα της ως αγωνιστικότητα πήρε μέρος στην εν λόγω πορεία κατά του καθεστώτος. 

Οι γονείς μου γνωρίστηκαν στην Θεσσαλονίκη, σε μια πορεία κατά του καθεστώτος. Ο πατέρας μου κρατούσε στα χέρια έναν δίσκο του Μίκυ Θεοδωράκη, απαγορευμένο τότε. Και όταν λοιπόν τους την έπεσαν οι "ταγματασφαλίτες", όρος δανεικός από την κατοχή μια που δημιουργήθηκαν από την κυβέρνηση Ράλλη και οπλίστηκαν από την γερμανική Βέρμαχτ για να χτυπήσουν τον ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, ή αλλιώς οι ασφαλίτες,  κρύφτηκαν κάπου εκεί τριγύρω σε κάτι πολυκατοικίες μαζί με άλλους διαδηλωτές. 

Ο πατέρας μου ήταν έτσι κι αλλιώς πολιτικά "το μαύρο πρόβατο " της οικογένειάς του. Είχε έρθει στην Θεσσαλονίκη για σπουδές στο Πολυτεχνείο όπου σπούδαζε και η μητέρα μου. Ότι πρέπει για να "χτίσουν τον κόσμο". Έμειναν λοιπόν εκεί κρυμμένοι όλο το βράδυ μαζί με άλλους διαδηλωτές μέσα στην ένταση του φόβου, την έξαψη της επανάστασης και τα δακρυγόνα. 

Εγώ γεννήθηκα μόλις έπεσε το καθεστώς. Στα πρώτα δειλά βήματα της Δημοκρατίας της χώρας μετά από δεκαετίες εθνικής ταλαιπωρίας. Δεν έχω ζήσει τίποτα από όλα τα ηρωικά της χούντας, που μετά, στα χρόνια του ΠΑΣΟΚ, δεν υπήρχε βουλευτής για βουλευτής που να μην "ήταν" στο Πολυτεχνείο. Αυτό το πολυτεχνείο χωρούσε πολύ κόσμο... Έχω ακούσει όμως ιστορίες, έχω ζήσει τον απόηχο , το βουητό, την ελπίδα για μια καλύτερη Ελλάδα. 

Θυμάμαι στην γειτονιά, δίπλα μας έμενε ο κος Αχιλλέας. Η γιαγιά μου δεν τον συμπαθούσε καθόλου, ασφαλίτη τον ανέβαζε, χαφιέ τον κατέβαζε. Στο σπίτι μας ακούγαμε πολύ Θεοδωράκη, στο δημοτικό ήξερα όλα τα τραγούδια απ' έξω. Ας μην καταλάβαινα ακριβώς τα λόγια, θυμάμαι όμως ότι πάντα ένιωθα τον πόνο και μια βαθιά συγκίνηση. Αγαπημένο μου το Άσμα Ασμάτων το Μαουτχάουζεν, που εγώ μικρή το έλεγα "κανείς δεν ήξερε πως ήταν τόσο ωραία". Θυμάμαι πως έκανα εικόνα το κορίτσι με το χτενάκι στα μαλλιά, τους Γερμανούς που είχα ακούσει ιστορίες από την γιαγιά μου και ένιωθα τρόμο, αδικία, την ανάγκη αυτό ο κόσμος να γίνει καλύτερος. Θυμάμαι έλεγε η γιαγιά πως είχαν πιάσει τον παππού μου και την άλλη μέρα θα τον εκτελούσαν. Εκείνη πήγε έγκυος πηδώντας την μάντρα να τον επισκεφθεί. Τελικά εκείνος επέζησε, την άλλη μέρα όμως του είχαν πέσει τα μαλλιά του. 

Αγαπούσα τόσο πολύ την Τζόαν Μπαέζ και την Εντίθ Πιάφ και εντυπωσιάστηκα όταν άκουσα να τραγουδάνε Θεοδωράκη. 


Στο σπίτι μας λοιπόν έπαιζε η μουσική του όταν το 1981, ιστορική στιγμή για την Ελλάδα, βγήκε το ΠΑΣΟΚ, που μας τα έκανε ρόιδο αλλά αυτή είναι μια άλλη κουβέντα, θυμάμαι τους μεγάλους της παρέας να κλαίνε από χαρά, φωνάζαμε και εμείς τα παιδιά και πανηγυρίζαμε όλοι μαζί ακούγοντας "Καλημέρα ήλιε" του Μάνου Λοίζου και "Της Δικαιοσύνης ήλιε νοητέ". Ξάφνου φωνάζει η μητέρα μου, τα παντζούρια κλείστε τα παντζούρια γρήγορα. Δεν κατάλαβα τι επρόκειτο να συμβεί. Πέτρες, μας πετούσαν πέτρες στα παραθυρόφυλλα της μονοκατοικίας, πέτρες...οι αλήτες. 

Θυμάμαι αργότερα στην β γυμνασίου διάβαζα το Ζ του Βασιλικού ακούγοντας "χτυπάν το βράδυ στην ταράτσα τον Αντρέα μετρώ τους χτύπους τον πόνο μετρώ" και επειδή μετά κουράστηκα από το "βάρος" μου το διάβαζε η μητέρα μου για να το τελειώσω. 

Βέβαια μεγαλώνοντας και αποκτώντας σφαιρική οπτική για τα καθεστώτα, τις μεθόδους και τις ιδεολογίες μετακινήθηκα και ακόμα μετακινούμαι γιατί τίποτα δεν είναι στατικό, συμπαγές και μονοδιάστατο. Η ιστορία είναι ζωντανός οργανισμός.

 Ωστόσο κάποιες αξίες και ιδανικά δεν πεθαίνουν ποτέ.

Το Σάββατο λοιπόν το πρωί μιλήσαμε στα παιδιά για τον Θεοδωράκη, τον γνώριζαν, όμως τώρα μιλήσαμε για τον θάνατό του, την ιστορία, την πορεία του, ακούγαμε τραγούδια... τραγουδούσαμε κλαίγοντας. Κάποια τα ήξεραν κάποια τα έμαθαν. Μιλήσαμε για την ιστορία της ταλαίπωρης αλλά και περήφανης Ελλαδίτσας μας μέσα από την ιστορία αυτού του άντρα.  

Και έκλαψα , έκλαψα πολύ...ένιωσα μεγάλη συγκίνηση και δέος. Ένα κλάμα πηγαίο και ασταμάτητο που αποχαιρετούσε μια εποχή που πεθαίνει. Δεν ήταν νέο, ωστόσο ξύπνησαν μνήμες από χαμένα όνειρα να αλλάξουμε τον κόσμο και ελπίδες νεανικές. Έναν καλύτερο κόσμο... 

Είναι στιγμές που νιώθω ότι είναι βλαστήμια να λέω ότι αυτό δεν είναι αληθινή Δημοκρατία έτσι όπως την περιγράφουν τα βιβλία. Θυμάμαι την γιαγιά μου που έλεγε "μια κατοχή σας χρειάζεται να καταλάβετε τι σημαίνει να μην έχεις, να μην μπορείς..." 

Δεν έζησα καμία κατοχή, κανέναν εμφύλιο, καμία χούντα. Αλλά αυτές οι τιμημένες γενιές ... με τόσους αγώνες, τόσο πόνο, τόσο θανατικό, τόση βία, τόσα βασανιστήρια, τόση πίστη και ελπίδα... πως την βίασαν έτσι την Δημοκρατία μας. Πως τα έκαναν τόσο μπάχαλο παγκοσμίως? Και η δική μας η γενιά? Η γενιά των "καλοαναθρεμένων παιδιών", που μεγαλώσαμε στην ελεύθερη Ελλάδα, στην πιο "φτωχή χώρα με τους πλούσιους κατοίκους", στην "μαύρη τρύπα" της αντιπαροχής...Τι κάνουμε ? 

Και έκλαψα πικρά. Όχι για εμένα...

ΤΕΛΟΣ ΕΠΟΧΗΣ. 

ΔΕΝ ΦΟΡΑΩ ΠΙΑ ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΚΑΠΕΛΟ. 

Το χάρισα σε εκείνον. 

Αυτό είναι που αποχαιρετούσα , το τέλος εποχής. 

Εκεί που οι αξίες ξεθωριάζουν και τα ιδανικά φαντάζουν γραφικά και ντροπιαστικά. 

Αποχαιρετούσα και τρόμαξα. 

Δεν τρόμαξα για εμένα. 

Για εκείνα τα παιδιά του "κάποτε θα' ρθουν να σου πουν."













Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις